κνώδακα

κνώδακα
κνώδαξ
pin
masc acc sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • σκανδάλη — η, ΝΑ, και σκαντάλη Ν, και σκανδάλα Α νεοελλ. 1. μικρός σιδερένιος μοχλός που αποτελεί το κύριο εξωτερικό εξάρτημα τού πυροδοτικού μηχανισμού τών πυροβόλων όπλων και ο οποίος, καθώς έλκεται με το δάχτυλο, επιτρέπει την προώθηση τού επικρουστήρα,… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”